Παρασκευή 24 Μαΐου 2013

" Το Παρελθόν " του Asghar Farhadi



Le passé


απο 10 Οκτωβρίου στους κινηματογράφους 

Σκηνοθεσία: Asghar Farhadi
Σενάριο : Asghar Farhadi, Massoumeh Lahidji
Φωτογραφία : Mahmoud Kalari
Μουσικη : Evgueni  & Youli Galperine
Παίζουν : Bérénice Bejo, Tahar Rahim, Ali Mosaffa
Χωρα Παραγωής : Γαλλία
Ετος Παραγωγής : 2013
Γλώσσα : Γαλλικά & Περσικά
Διαρκεια : 130’
Εγχρωμο



Βραβεια- Συμμετοχές :

66 Cannes Film Festival: Prix d’interpretation feminine Berenice BEJO
66 Cannes Film Festival επίσημο διαγωνιστικό , υποψήφιο για Palme dOr

 

Περίληψη :

Ένας Ιρανός που ζει στη Γαλλία αντιμετωπίζει προβλήματα με τη γαλλίδα σύζυγο του κι αποφασίζει να την  εγκαταλείψει μαζί και  τα δυο τους παιδιά και να επιστρέψει στον Ιράν. Οσο αυτός βρίσκεται μόνος στην πατρίδα του, η σύζυγος του αρχίζει να βλέπει κάποιον άλλον και του γράφει πως θέλει διαζύγιο. Αυτό αναγκάζει τον άντρα να επιστρέψει, για να δει τη σύζυγο αλλά και τα παιδιά του στο πλάι κάποιου άλλου.




Ο Asghar Farhadi σχολιάζει:

« Ο  Ahmad είναι ένα είδος καταλύτη. Ωθεί τα άλλα πρόσωπα να μιλούν, να λένε όσα ήταν ανείπωτα για πολύ καιρό. Όμως αυτό δεν είναι κάτι που το συνειδητοποιεί. Μια από τις αποφάσεις μου ήταν οι χαρακτήρες να μην προσδιορίζονται από την εθνικότητα τους. Η συμπεριφορά τους καθορίζεται από την κατάσταση που βιώνουν. Σε μια κρίση, οι διαφορές τείνουν να εξαφανίζονται.
Η Marie είναι η περισσότερο αποφασισμένη να προχωρήσει μπροστά και να μην κολλήσει στο παρελθόν. Όμως, ποιος ξέρει αν θα τα καταφέρει; Οι άνδρες είναι αυτοί που πιο πολύ δυναστεύονται από το παρελθόν. Στην τελευταία σκηνή με την Marie, αυτή προχωρά προς τα μας, προς την κάμερα. Ο Ahmad είναι πίσω της και του λέει: «Δεν θέλω πια να κοιτάξω πίσω». Και μετά γυρνά την πλάτη της στην κάμερα και σε μας στους θεατές. Και μας αφήνει πίσω. Υπ’ αυτήν την έννοια είναι ο πιο προοδευτικός χαρακτήρας της ταινίας. Δεν ξέρω γιατί σ’ όλες τις ταινίες μου οι γυναίκες έχουν τέτοιους ρόλους. Το ίδιο γίνεται και στην ταινία A Separation».




Γιά την εμπειρία της σκηνοθεσίας σε έναν ξένο τόπο:

«Ήμουν πολύ προσεκτικός για να μην καταστρέψω την ιστορική πτυχή της αρχιτεκτονικής του Παρισιού, να μην να έχω μια τουριστική προσέγγιση του χώρου. Αποφάσισα σε πολύ πρώιμο στάδιο, ότι το σπίτι του κύριου χαρακτήρα, στο οποίο ένα μεγάλο μέρος της ταινίας διαδραματίζεται, θα είναι στα προάστια και το Παρίσι θα εμφανίζεται στο παρασκήνιο, -αυτό ήταν δεδομένο. Η παγίδα για τους σκηνοθέτες που εργάζονται σε ένα περιβάλλον που δεν γνωρίζουν είναι να αναδεικνύουν στην ταινία ότι τους τραβά την προσοχή. Εγώ προσπάθησα να κάνω το αντίθετο. Επειδή ήμουν γοητευμένος από την αρχιτεκτονική της πόλης, αποφάσισα να κοιτάξω πέρα από αυτό και να προσεγγίσω κάτι άλλο».




«Όλες οι ιστορίες μου είναι δομημένες μ’ ένα μη-γραμμικό τρόπο. Δεν πάνε από το σημείο Α στο σημείο Β. Πάντα υπάρχουν πολλές ιστορίες που αναπτύσσονται παράλληλα, και συναντιούνται σε μια κοινό χώρο. Εδώ είχα την ιστορία αυτού του ανθρώπου που έχει ζήσει μακριά από τη γυναίκα του, για κάποια χρόνια, και τώρα γυρνά πίσω για να οριστικοποιήσει το διαζύγιο τους. Μετά, υπάρχει η ιστορία ενός άνδρα με μια γυναίκα σε κώμα, ο οποίος θα πρέπει να αναλάβει τη φροντίδα του παιδιού του. Αυτά αναπτύσσονται ξεχωριστά και στη συνέχεια συγκλίνουν σε μια ενιαία κατάσταση. Γράφω διαισθητικά. Ξεκινώ με μια σύνοψη και αμέσως την αμφισβητώ, προσπαθώντας να μάθετε περισσότερα με ασήμαντες πληροφορίες. Επειδή γνωρίζω ότι αυτός έχει έρθει για να πάρει ένα διαζύγιο, αναρωτιέμαι γιατί έφυγε πριν από τέσσερα χρόνια; Και τώρα που έχει επιστρέψει στο σπίτι της συζύγου του, τι πρόκειται να συμβεί εκεί; Έτσι, πολλά ερωτήματα αναδύονται από αυτές τις λίγες γραμμές και οι οποίες με την απάντησή τους, κατασκευάζουν την ιστορία της ταινίας».


Για  την παρουσία των  παιδιών στις ταινίες του:


«Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν είμαι σε θέση να κάνω μια ταινία χωρίς να υπάρχει σ’ αυτήν ένα παιδί. Ωστόσο είναι δύσκολο να εργαστεί κάποιος με παιδιά. Αλλά θεωρώ η παρουσία τους στην ταινία ανοίγει την ατμόσφαιρα της ταινίας σε επιδράσεις και συναισθήματα,  κάτι που προσθέτει ένα επίπεδο ειλικρίνειας σε αυτήν. Στις ταινίες μου, τα παιδιά δεν ψεύδονται, εκτός αν είναι κάτω από την πίεση των ενηλίκων».




Κριτικές :

Μια κριτική του Αλέξη Ν. Δερμεντζόγλου

«Εκκίνησε πριν από μία δεκαετία και έκανε τους πάντες να... ξεχάσουν διακεκριμένους συμπατριώτες του, ακόμα και τον πατριάρχη του σινεμά της χώρας του, Αμπάς Κιαροστάμι.
Φέτος λοιπόν μας πρόσφερε το “Παρελθόν”, το 2011 το πολύκροτο “Ένας χωρισμός”, το 2009 το συγκλονιστικό “Τι απέγινε η Έλι”. Το 2006 γύρισε τα πολύ καλά “Πυροτεχνήματα την Τετάρτη”. Το 2004 έκανε την “Όμορφη πόλη”, ενώ ξεκίνησε το 2003 με το “Χορεύοντας στη σκόνη”. Βέβαια, το ότι η Δύση ανακαλύπτει τον Φαρχαντί έχει να κάνει, πέραν της αξίας των ταινιών του, και με τη δηκτική κριτική που ασκεί στην κοινωνία και στην πολιτική διακυβέρνηση της χώρας του, στις προκαταλήψεις, στα στερεότυπα και στην απαγόρευση ενός πιο νεοτερικού τρόπου ζωής.

ΕΚΘΑΜΒΩΤΙΚΟ ΣΤΙΛ
Ο “Ένας χωρισμός” κέρδισε και το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Θεωρώ πως είναι βολικό για τις ΗΠΑ να έρχονται από το Ιράν τέτοιες ταινίες, που ουσιαστικά ενισχύουν τις αμερικανικές απόψεις για τη χώρα. Όλη αυτή η ιστορία είναι μια σύμπτωση προς εκμετάλλευση, μιας και το σκηνοθετικό στιλ του Φαρχαντί είναι εκθαμβωτικό. Οι ταινίες του θυμίζουν και νουάρ και Μπέργκμαν και Αντονιόνι, το στιλ του οποίου αξιοποιεί δημιουργικά.
Αυτή η ιστορία μου θυμίζει πολύ την περίπτωση Ταρκόφσκι της δεκαετίας του 1970. Χωρίς ο Ρώσος να είναι υπερεκτιμημένος, αγαπήθηκε και προωθήθηκε ιδιαίτερα στη Δύση όχι μόνο για τον έξοχο φορμαλισμό του, αλλά και για τη φιλοσοφία του πάνω στην πίστη και στον χριστιανισμό. Ο “Καθρέφτης” έγινε μύθος, και ενώ οι Σοβιετικοί πουλούσαν άλλες ταινίες προς 500 δολάρια, αυτή έφθανε τις 10.000. Πολλές φορές σε περιπτώσεις τέτοιων σκηνοθετών μπορεί να λειτουργήσει και μια πλειοδοσία κέρδους.

ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΕΝΕΞΕΙΣ
Ο “Χωρισμός” έκανε πολύ καλά εισιτήρια. Όσοι γνωστοί μου είδαν την ταινία, μου είπαν πως συγκλονίστηκαν. Δεν γνώριζα ακριβώς την προβληματική του Φαρχαντί, αλλά πήρα μια ουσιαστική γεύση με το “Τι απέγινε η Έλι”: η αναζήτηση, η έρευνα στο οικογενειακό άδυτο ξεχωρίζουν, μαζί με την ελλειπτικότητα και την αντονιονική αντίληψη της αλλοτρίωσης και της αποξένωσης. Τώρα μπορούμε να το ξεκαθαρίσουμε: τα “Πυροτεχνήματα την Τετάρτη”, ο “Χωρισμός”, το “Παρελθόν”, αναφέρονται σε διαζύγια, συζυγικές διενέξεις και άλλα παρόμοια δυτικά θέματα. Αυτό το σινεμά είναι τελείως διαφορετικό από εκείνο του Κιαροστάμι, ενώ ήδη και άλλοι δημιουργοί υπέγραψαν φιλμ που ασκούν κριτική στη λογική του συστήματος του Ιράν.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΣ ΣΥΓΚΡΙΣΗ
Ο Φαρχαντί αναρριχήθηκε στην κορυφή χωρίς καμία στήριξη και με το καθεστώς να είναι εχθρικό απέναντί του, έχοντας αναπτύξει μια αμφίσημη σχέση μαζί του. Ενοχλείται από τη θεματική του, αλλά παράλληλα το Ιράν ακούγεται ως κινηματογραφία, δείχνει αισθητή υπεροπλία και κερδίζει ακόμα και τους Γάλλους.
Αν συγκρίνουμε τον δικό μας κινηματογράφο με του Ιράν, τότε δυστυχώς βλέπουμε πως ωχριά μπροστά του. Θα πρέπει ωστόσο να ξεκαθαρίσω πως από τότε που νέοι έλληνες δημιουργοί άρχισαν να γυρίζουν ταινίες γύρω από τη σήψη της οικογένειας, ξεφεύγοντας από τα τυπικά θέματα της λεγόμενης ελληνικότητας, διακρίθηκαν.
Ο Φαρχαντί καταφέρνει να πετύχει έναν ιδανικό συνδυασμό που αξίζει να καταγραφεί. Οι ταινίες του είναι κατανοητές αλλά και άψογα φορμαλιστικές. Παρουσιάζουν ενδιαφέρον προς παρακολούθηση, αλλά ασκούν και κριτική. Σαφώς είναι περιβεβλημένες με ένα σινεφίλ και πρωτότυπο στιλ.

ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΟΝ... ΚΟΣΜΟ
Παρ’ όλα όσα νομίζουμε, η δυτικοποίηση στα ήθη της ιρανικής κοινωνίας είναι φανερή. Όσο για το “Παρελθόν”, υπάρχουν αλλεπάλληλα ευρήματα, μια αφήγηση που καλύπτει μυστικά και ψέματα και ανατέμνει και πραγματιστικά και συμβολικά τα σωθικά της οικογένειας. Το εύρημα με το κώμα ενός ήρωα είναι μια σαφέστατη μετωνυμία.
Ο Φαρχαντί καταφέρνει και συνεχίζει ένα σινεμά που αγαπήσαμε και το είχαμε ξεχάσει. Θυμίζει κορυφαίους δημιουργούς και ιδίως τον Αντονιόνι. Να μην ξεχνάμε πως και ο ιταλός μετρ αγαπούσε ιδιαίτερα τη δομή του νουάρ, κάτι που τώρα ακολουθεί ο Ιρανός. Είναι σε μια ηλικία αρχόμενης ωριμότητας και αναμένεται να μας δώσει εξαιρετικές ταινίες στο μέλλον. Το σινεμά του Ιράν, δίνοντας την αίσθηση του “χειροποίητου”, μπορεί να γίνει ένα παράδειγμα σεναριακών ευρημάτων, θεμάτων και διαχείρισης. Σήμερα θεωρούν τον Φαρχαντί έναν από τους 100 ανθρώπους που επηρεάζουν τον κόσμο γενικά. Σημαντική επίδοση για έναν δημιουργό, που το σινεμά του συνεχώς απογειώνεται.»




Δεν υπάρχουν σχόλια: